“Ο Βασίλης Χατζηπαναγής ήταν μια… επί πλέον ομάδα, στον αγώνα με τον Εθνικό. Έκανε γύρω στις οκτώ με δέκα εκπληκτικές προσπάθειες σε όλο το ματς και πήρε τη νίκη (3-1) για λογαριασμό του Ηρακλή και την αποθέωση 30.000 θεατών για τον εαυτό του! Όλοι έμειναν με ορθάνοιχτο στόμα, από το νέο ρεσιτάλ του Κοζάκου με τη μπάλλα-λάϊκα…”
Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 με το (στάδιο τότε) Καραϊσκάκη να σφύζει από κόσμο, ένα ετερόκλητο και πολύχρωμο πλήθος που είχε συρρεύσει αυθόρμητα για να δημιουργήσει το ρεκόρ εισητηρίων στην ιστορία του Εθνικού Πειραιώς. Ο χρονικογράφος της εποχής, πασχίζει επιστρατεύοντας υπερβολικά λεκτικά σχήματα, να αποτυπώσει την ατμόσφαιρα, αλλά φευ, όποιος δεν έχει δει τον Χατζηπαναγή «live», φαντάζει απίθανο να υποψιαστεί τη μυσταγωγική ατμόσφαιρα που συνόδευε τα παιχνίδια του Ηρακλή σε ολόκληρη την Ελλάδα. Άνθρωποι «κάθε καρυδιάς καρύδι», χωρίς προκαταλήψεις και ένστικτα εκτόνωσης, αλλά με την ένταση αποτυπωμένη στο πρόσωπο τους, την ενστικτώδη γνώση ότι θα γίνουν μάρτυρες σε κάτι ακριβά μοναδικό…

Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 με το (στάδιο τότε) Καραϊσκάκη να σφύζει από κόσμο, ένα ετερόκλητο και πολύχρωμο πλήθος που είχε συρρεύσει αυθόρμητα για να δημιουργήσει το ρεκόρ εισητηρίων στην ιστορία του Εθνικού Πειραιώς. Ο χρονικογράφος της εποχής, πασχίζει επιστρατεύοντας υπερβολικά λεκτικά σχήματα, να αποτυπώσει την ατμόσφαιρα, αλλά φευ, όποιος δεν έχει δει τον Χατζηπαναγή «live», φαντάζει απίθανο να υποψιαστεί τη μυσταγωγική ατμόσφαιρα που συνόδευε τα παιχνίδια του Ηρακλή σε ολόκληρη την Ελλάδα. Άνθρωποι «κάθε καρυδιάς καρύδι», χωρίς προκαταλήψεις και ένστικτα εκτόνωσης, αλλά με την ένταση αποτυπωμένη στο πρόσωπο τους, την ενστικτώδη γνώση ότι θα γίνουν μάρτυρες σε κάτι ακριβά μοναδικό…
Ο φίλος μου ο Μισέλ θα διαφωνήσει θυμίζοντας μου ότι δεν ξέρει τον Χατζηπαναγή, αλλά πως μαζί με χιλιάδες συμπατριώτες του απ’ τη Μασσαλία, το Παρίσι, τη Λυών, την Κορσική έχει κοινωνήσει τον τελικό του κυπέλλου πρωταθλητριών του 1976 στη Γλασκώβη. Το Σεντ Ετιέν είναι μια μικρή πόλη, αλλά χάρις τον Ροστό και τον Πλατινί τη δεκαετία του ’70 χώρεσε τα όνειρα ολόκληρης της Γαλλίας. Φευ, τα δοκάρια του Χάμπντεν Παρκ ήταν τετράγωνα και αυτό το θέμα γεωμετρίας παραμένει το πιο διάσημο στη συλλογική μνήμη των γάλλων φιλάθλων.
Aκόμη και σήμερα οι «κάθε καρυδιάς καρύδι» φίλοι της Σεντ Ετιέν μονολογούν ότι η μπάλα και στα δύο σουτ των Bathenay και Santini στο οριζόντιο δοκάρι, θα είχε γλυστρίσει στο πλεκτό εάν τα δοκάρια είχαν την κλασσική ελλειπτική φόρμα και η αντιπαθής Μπάγερν δεν θα είχε ποτέ κερδίσει με 1-0. Με τον ίδιο ίσως τρόπο που ακόμη και σήμερα οι φίλοι του μπασκετικού Άρη και στο νοτιότερο χωριό της χώρας, ακόμη μονολογούν ότι εάν τα στεφάνια στην αρένα της Γάνδης ήταν λιγότερο σκληρά, η μπάλα θα έκανε το χατήρι του Γκάλη κι ενός λαού που θρήνησε όσο σπανίως τη Μεγάλη Εβδομάδα.

Αναρωτιέμαι εάν στις σημερινές συνθήκες και στην εποχή της κυριαρχίας του «homo ego» ο Ηρακλής του Χατζηπαναγή, ο Άρης του Γκάλη, ο συνομήλικος της Σεντ Ετιέν ΠΑΟΚ, ή ακόμη και η ομάδα του Πλατινί στη Γαλλία θα μπορούσαν να εμπνεύσουν τέτοιου βεληνεκούς και τέτοιας πυκνότητας συγκινησιακή φόρτιση. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει την απάντηση, αλλά φοβάμαι ότι η αθλητική (και όχι μόνο) κουλτούρα μας αλλοιθωρίζει ολοένα και πιο ξετσίπωτα προς ανατολάς, λες και η οθωμανική αυτοκρατορία δεν καταλύθηκε ποτέ. Παρότι θα πρέπει να αποδεχθούμε ότι είναι λογικό να υπάρχει ποικιλομορφία στον τρόπο που κάθε λαός αντιλαμβάνεται τα αθλητικά δρώμενα, όταν φθάνουμε στην οπαδική διαστρωμάτωση και την επιλογή ομάδας, έχω την αίσθηση ότι εμείς και οι γείτονες μας, είμαστε από άλλο ανέκδοτο.
Δυστυχώς ή ευτυχώς δεν υπάρχει ευρωπαϊκό ισοδύναμο με την οπαδική κατάσταση στην Ελλάδα και την Τουρκία. Στην Ευρώπη θεωρείται περίπου δεδομένο ότι οι κάτοικοι γίνονται οπαδοί της ομάδας της πόλης τους, ανεξάρτητα από τον εάν διαθέτει αίγλη ή όχι. Το ερώτημα «από τις μεγάλες ομάδες τι υποστηρίζεις;» δεν υφίσταται πουθενά στις προηγμένες κοινωνίες και τα γήπεδα γεμίζουν σε όλα τα πλάτη και σε όλες τις κατηγορίες. Μόνο στην Ελλάδα οι κάτοικοι της περιφέρειας είναι φανατικοί π.χ. ολυμπιακοί και στην Τουρκία που ακόμη και στην Άγκυρα, οι περισσότερες οικογένειες υποστηρίζουν παραδοσιακά κάποιον απ’ τους τρεις μεγάλους της Πόλης.

Λένε ότι οι άνθρωποι υποστηρίζουν ομάδες γιατί έχουν μια έμφυτη τάση να ανήκουν κάπου. Σε μια πιο «ψαγμένη» θεώρηση αυτή η αναζήτηση οπαδικής ταυτότητας αφορά την αταβιστική μας επιθυμία για κοινωνική ένταξη αλλά και χειραφέτηση μέσα ακριβώς από αυτή την ένταξη. Οι οπαδοί είναι πάντα έτοιμοι να υποφέρουν, να πολεμήσουν, να βιώσουν ουράνια χαρά ή να βωμολοχήσουν. Οι έλληνες οπαδοί όμως θέλουν και να κερδίζουν, δεν γίνεται να πιαστούν κορόϊδο και επιλέγουν την τάυτιση με κάποιον ισχυρό και πολυνίκη. Στη συντριπτική μας πλειοψηφία δεν μας νοιάζει η ομάδα του τόπου μας, ίσως γιατί στην πραγματικότητα δεν μας νοιάζει ούτε η γη που μεγαλώσαμε. Νοιώθουμε μόνο την αδήριτη ανάγκη να βρεθούμε στην ασφαλή πτέρυγα του νικητή, το αν θα βγούμε στο Πασαλιμάνι ή στον Λευκό Πύργο είναι αδιάφορο, αρκεί να πανηγυρίσουμε, «όπου γάμος και χορός η Βασίλω πρώτη…»
Βαλκανικός επαρχιωτισμός θαρρώ λέγεται η κατάσταση μας. Ο πραγματικός επαρχιωτισμός είναι να μην ασχολείσαι για τα κοινά στον τόπο σου, να αδιαφορείς για ότι μπορεί να βελτιώσει την καθημερινότητα σου και να λοιδωρείς όσους προσπαθούν βάζοντας τους τη στάμπα ότι ματαιοπονούν. Αυτή η νοοτροπία είναι που τελικά υποθάλπει διαιωνίζει κάθε μορφής υδροκεφαλισμό. Ο πραγματικός επαρχιωτισμός είναι να μην υποστηρίζεις την ομάδα της πόλης σου, να μη γράφεις το γιο σου στα τμήματα υποδομής της γειτονιάς σου, να μην του αφηγηθείς ποτέ για τα αραβουργήματα του «Βάσια» ή έστω τα καταραμένα τετράγωνα δοκάρια, να μην του πεις ποτέ ότι στα αληθινά όμορφα παραμύθια δεν έχει καμιά αξία το ευτυχισμένο τέλος.
η φωτογραφία στο κέντρο είναι από Φιλαδέλφεια; καταπληκτικά τα new wave κουρέματα, διακρίνω και μια μπλούζα ac/dc πιο πίσω
LikeLike