Είναι πολλά τα λεφτά Σταν

Ο Σταν έμαθε να κλωτσά το τόπι στον τοίχο της πίσω αυλής του πατρικού του, τα βροχερά απογεύματα του Μάντσεστερ. Ώρες ατέλειωτες πάνω-κάτω, με δύναμη ή με φάλτσα, με ταχύτητα σαν σερβίς τένις ή αργόσυρτα σαν τις σπόντες για τη μεσαία τρύπα στο σνούκερ. Κάπως έτσι αργότερα δεν έπαψε να αντιλαμβάνεται τη μπάλα σαν παιχνίδι και να λειτουργεί με το ένστικτο: «όταν έπαιζα ποδόσφαιρο, απλά έπαιζα. Δεν το ανέλυα καθόλου και κάθε ενέργεια έβγαινε αβίαστα και χωρίς την παραμικρή επεξεργασμένη σκέψη από πίσω.»

Ήταν ωραία να ζεις στο Μάντσεστερ τότε, τα είχε όλα. Και φυσικά όλα ανήκαν στην μεγαλύτερη συμμορία της πόλης: τζόγος, νυχτερινή ζωή, πόρνες και όπλα. Και φυσικά ήταν ωραία να είσαι έφηβος και να αλητεύεις σαν μέλος της σπείρας. Πόσο μάλλον όταν η δουλειά σου από παιδί, είναι να μαζεύεις τα στοιχήματα στην παμπ. Αν κόβει το μυαλό σου κι έχεις ευχέρεια με τα νούμερα, πάνω στο χρόνο ανεβαίνεις. Τώρα η δουλειά σου είναι να ελέγχεις τα μπουκάδικα. Μπαίνεις στο γκισέ, έχοντας ακροβολήσει τα φιλαράκια σου να εποπτεύουν και μετράς τα χρήματα στο ταμείο και ζυγίζεις το ρίσκο. Το βλέμμα σου δεν ξεκολλάει απ’ την οθόνη και λίγο πριν αρχίσει η κούρσα πρέπει να έχεις αποφασίσει εάν θα αντασφαλιστείς, σε ποια φαβορί και σε τι κλίμακα. Ο Σταν ήταν γάτος με τους αριθμούς και είχε το ταλέντο να υπολογίζει στο φτερό. Και τα ταλέντα πληρώνονται καλά. Τουλάχιστον καλύτερα από όσα έπαιρνε στους μικρούς της Μάντσεστερ. Της Σίτι βέβαια – είπαμε ότι βρισκόμαστε στο Μάντσεστερ, στην βιομηχανική πόλη του Μάντσεστερ που είναι γαλάζια κατά 90%.

«Όταν με διάλεξε η Σίτι έπαιζα για την πλάκα μου, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι παίκτες εκείνο τον καιρό. Δεν μ’ ένοιαζε καθόλου να βγάλω λεφτά απ’ το ποδόσφαιρο, εξάλλου έβγαζα περισσότερα τρέχοντας τα στοιχήματα για λογαριασμό της παρέας. Γιατί στην πραγματικότητα η «συμμορία της Quality street», μας έκανε να νοιώθουμε μέλη μιας μεγάλης παρέας».

Ο Σταν έγινε επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, μόνο όταν κατάλαβε ότι είχε τη δυνατότητα να κερδίσει πολύ περισσότερα χρήματα απ’ ότι σαν στοιχηματζής. Κάπως έτσι δέχθηκε να αφήσει και το αγαπημένο του Μάντσεστερ, καθώς τα καλύτερα χρόνια της καριέρας του, τα πέρασε με τα χρώματα της ΚΠΡ. Το ταλέντο του τον έφτασε μέχρι και την εθνική ομάδα, το εκρηκτικό ταμπεραμέντο του όμως τον έφερε σε ρήξη με όλους σχεδόν τους προπονητές του, με πολλούς αντιπάλους και την ομοσπονδία. Αμίμητο θα μείνει το σκηνικό που προκάλεσε στο γήπεδο της κυπελλούχου Σάντερλαντ.

Βρισκόμαστε στην τελευταία αγωνιστική του  1973 και οι «μαύρες γάτες» υποδέχονται την ΚΠΡ, με το τρόπαιο του κυπέλλου Αγγλίας, που έχουν κατακτήσει  μόλις τέσσερις μέρες νωρίτερα, να φιγουράρει περήφανα σε ένα τραπέζι, κοντά στον αγωνιστικό χώρο. Ο αστικός μύθος λεει ότι κατά τη διάρκεια του αγώνα δύο παίκτες της φιλοξενούμενης ΚΠΡ σημάδεψαν το τρόπαιο, κάνοντας έξω φρενών τους οπαδούς της Σάντερλαντ που δημιούργησαν επεισόδια. Ο τότε μάνατζερ των λονδρέζων επιμένει ότι πρόκειται για συμπτωματικό γεγονός αλλά ο παλιόφιλος Σταν βάζει τα πράγματα στη θέση τους: «είχαμε βάλει στοίχημα για το αν μπορούσαμε να πετύχουμε το κύπελλο. Ο Τόνυ προσπάθησε πρώτος και το πέτυχε, έτσι δοκίμασα κι εγώ με επιτυχία επίσης. Το στραπατσάραμε το αναθεματισμένο κατσαρόλι. Άσε που κερδίσαμε με 3-0. Έβαλα τα δύο γκολ και το βράδυ ήμασταν πρώτη είδηση στα νέα των 10. Τουλάχιστον ταρακουνήσαμε λιγάκι το Σάντερλαντ. Δεν είχαν συχνά την ευκαιρία για καβγάδες εκεί κάτω.»

Στην πραγματικότητα τα πράγματα αγρίεψαν πολύ εκείνο το απόγευμα, καθώς ο Σταν αφού είχε ήδη κερδίσει μιαν αποβολή υπομένοντας τα αφηνιασμένα τάκλιν των αντιπάλων, ντρίμπλαρε τον αντίπαλο τερματοφύλακα και τον περίμενε με τη μπάλα στη γραμμή, προκαλώντας τον πριν τη σπρώξει στα ανυπεράσπιστα δίχτυα. Αυτό ήταν: σε ελάχιστο χρόνο χιλιάδες οπαδοί των γηπεδούχων εισέβαλλαν στον αγωνιστικό χώρο και πήραν τον πήραν στο κυνήγι. Ο Σταν πρόλαβε στο τσακ να μπει στη φυσούνα των αποδυτηρίων και δεν τόλμησε να ξαναεμφανιστεί ποτέ στο Σάντερλαντ. Κάθε φορά που πλησίαζε το αντίστοιχο παιχνίδι, προφασιζόταν πρόβλημα στους προσαγωγούς κι έμενε εκτός αποστολής.

Ο Σταν παρέμεινε ένας «αλήτης» των γηπέδων, σπέρνοντας τον πανικό στους αντιπάλους με τις περίτεχνες ντρίμπλες και την ποικιλία των αυτοσχεδιασμών του μέσα στο τερέν, αλλά και στους οικείους, προπονητές και διοικήσεις έξω από αυτό. Το 1980 στη Νότιγχαμ και λίγες μέρες πριν τον τελικό του κυπέλλου πρωταθλητριών με το Αμβούργο, παράτησε την ομάδα σύξυλη γιατί ο Κλαφ δεν τον χρησιμοποίησε στο  φιλικό προς τιμήν του φίλου του Τζον Ρόμπερτσον που κρέμασε τα παπούτσια του. – Και είσαι τόσο τρελός για να πετάξεις ένα ευρωπαϊκό μετάλλιο για κάτι τόσο ασήμαντο; του ούρλιαξε ο Κλαφ.

Δεν ξαναμίλησαν ποτέ. «Μου καταλόγιζαν ότι ήμουν αλαζονικός αλλά δεν είναι αλήθεια. Απλά όταν ήμουν στη μέρα μου, ένοιωθα ασταμάτητος και δεν το έκρυβα. Όταν πέρναγα τον αντίπαλο που προσπαθούσε απεγνωσμένα να με σταματήσει με τάκλιν, γύριζα προς το μέρος του και του έλεγα, «έλα σήκω πάνω, θα σου δώσω άλλη μια ευκαιρία». Γι’ αυτό και δε με γούσταραν στην εθνική ομάδα. Ακόμη και οι παίκτες της Λίβερπουλ δεν μου μιλούσαν, εξ’ αιτίας αυτών που τους είχα πει στα μεταξύ μας παιχνίδια.»   

Ο Σταν έβαλε το πρώτο του στοίχημα στα 15, όταν ο προϊστάμενος του στο εργοστάσιο παραγωγής αδιάβροχων που δούλευε, του «έδωσε» ένα γκανιάν με απόδοση 11. Οι κακές γλώσσες λένε ότι ήταν και η τελευταία φορά που κέρδισε. Από τότε δεν προσπάθησε ποτέ να κόψει τον τζόγο. Όταν μεσουρανούσε στην ΚΠΡ, δεν ήταν λίγες οι φορές που δέκα λεπτά πριν το εναρκτήριο λάκτισμα τον έβρισκες στο μαγαζί του William Hill στην είσοδο του Λόφτους Ρόουντ την ώρα που οι προπονητές του έβγαζαν αφρούς. Ο Σταν όμως είχε το τρομερό αντεπιχείρημα ότι το να μένει με τις ώρες στα αποδυτήρια του φάνταζε εντελώς άχρηστο. Εξάλλου το μόνο που έκανε βάζοντας τη στολή του ήταν να τραγουδά δυνατά το London Calling των Clash.

Την ώρα του αγώνα βολιδοσκοπούσε τους θεατές με τρανζιστοράκι, για να πλησιάσει και να ρωτήσει ποιο άλογο κέρδισε την κούρσα των 15:20 στο Κέμπντον. Όταν κρέμασε τα παπούτσια του, τον έβρισκες συχνά να απολαμβάνει τις μπίρες του παρέα με τον Τζορτζ Μπεστ. Ο Μπεστ του καυχιόταν για το άγαλμα που του είχαν αναρτήσει στο Μπέλφαστ και ο Σταν ότι το δικό του έξω απ’ τους Λαντμπροουκς ήταν καλύτερο. Όταν δε, τον ρωτάνε τι πραγματικά του έχει στοιχίσει ο τζόγος δεν κρύβεται: «λοιπόν, ένα κάρο λεφτά και τρεις γάμους – αλλά πέρα απ’ αυτό, τίποτα!»

Ο Σταν δεν πολυκαταλαβαίνει τη σημερινή εποχή και πολύ περισσότερο το σημερινό ποδόσφαιρο καθώς θεωρεί ότι όποιος μοντερνισμός και όσα συστήματα κι αν περάσουν, το ποδόσφαιρο ήταν και θα παραμείνει ένα γήπεδο έκφρασης του «εγώ». Και σήμερα δεν μπορεί να βρει τις εμβληματικές μορφές της δεκαετίας του ’70. Το ποδόσφαιρο (μαζί με τα παρελκόμενα του) έχει γίνει βαρετό και παρότι, ξεχωρίζουν και σήμερα κάποιοι σπουδαίοι παίκτες, μας λείπουν οι αληθινοί χαρακτήρες, δεν έχουμε ήρωες. Οι παίκτες δεν δένονται πλέον με τους οπαδούς, δεν τους ενώνουν βιώματα και κοινές προσλαμβάνουσες παραστάσεις, έχει κοπεί ο ομφάλιος λώρος.

Δεν υπάρχουν καν μάνατζερς ή πρόεδροι που να εμπνέουν σεβασμό όπως τότε, ακόμη κι αν κατέληγε να βριστεί μαζί τους. «Υπάρχει μόνο ένας τέτοιος άντρας σήμερα, ο Φέργκιουσον, έτσι δεν είναι; Μου αρέσει επίσης κι ο Βενγκέρ αλλά κυρίως ο Μουρίνιο. Είναι ο σωστός τύπος του μάγκα και θα μπορούσα να παίξω γι’ αυτόν. Το μυστικό για να πάρεις το καλύτερο από κάποιον σαν και μένα είναι να μη μου πεις τι πρέπει να κάνω.» Σε όλη του τη ζωή ο Σταν απεχθανόταν την εξουσία και δεν δίσταζε να χάσει πολλά με μικρό δυνητικό όφελος.

Παίκτες σαν τον Τζορτζ Μπεστ και τον Σταν Μποουλς ήταν ανέκαθεν πολύ δύσκολο να διαχειριστούν. Η διαφορά με τη σημερινή εποχή είναι ότι τότε οι οπαδοί ταυτίζονταν πολύ εύκολα μαζί τους, καθώς ο τρόπος ζωής και συμπεριφοράς τους ήταν πανομοιότυπος. Στην πραγματικότητα η απόσταση που χώριζε τα πρότυπα της εξέδρας από τους φαν τους ήταν πολύ μικρή. Εκείνη την εποχή ο αγαπημένος του προπονητής στην Καρλαϊλ είχε δηλώσει ότι “εάν μπορούσε να πασάρει και στο μπουκάδικο με την ίδια άνεση που μιλούσε στη μπάλα, ο Σταν Μπόουλς θα ήταν εκατομμυριούχος.” Ο ίδιος όμως αντιτείνει ότι το μεγαλύτερο επίτευγμα της ζωής του ήταν το ότι ψηφίστηκε από τους οπαδούς της ΚΠΡ σαν ο καλύτερος παίκτης της ιστορίας του συλλόγου – Δεν μπορεί να κάνουν όλοι τόσο λάθος, έτσι δεν είναι;

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s